ΑΡΘΡΟ ΓΝΩΜΗΣ
Πέρασαν μόλις δέκα μέρες από τις 30 Ιουνίου 2017, ημέρα κατά την οποία ο Ελληνισμός του Μοντρεάλ, δώρισε το “Γλυπτό του Έλληνα Μετανάστη” στον Δήμο της πόλης, που φέτος γιορτάζει 375 χρόνια από την ίδρυσή της. Στο χρονικό αυτό διάστημα, όχι μόνο γεννήθηκαν, αλλά ωρίμασαν οι φωνές της αντίδρασης. Οι τόσο γνώριμες φωνές, μοναδικό χαρακτηριστικό του λαού μας, που ορθώνονται κάθε φορά, που έχουμε την ευκαιρία να νιώσουμε εθνική υπερηφάνεια ή μια μεγάλη επιτυχία.
Το γλυπτό, δημιούργημα του γνωστού και καταξιωμένου γλύπτη, Γιώργου Χουλιάρα, ήρθε, τοποθετήθηκε, φωτογραφήθηκε, γιορτάστηκε και τώρα αφέθηκε να δεσπόζει στην διασταύρωση της Park Avenue με την Jean-Talon, για να αποτελεί το σημείο ιστορικής αναφοράς του Ελληνισμού του Μοντρεάλ.
Παράλληλα με την συγκινητική τελετή των αποκαλυπτηρίων του μνημείου, ξεκίνησε ένας αγώνας λάσπης, αμφισβήτησης και κριτικής, που μόνο από αγνά κίνητρα δεν προέρχεται. Στα κοινωνικά δίκτυα, αλλά και σε τοποθετήσεις ανθρώπων με δημόσιο λόγο η επίθεση είναι ανοικτή, τόσο απέναντι στους οργανισμούς που συνεργάστηκαν για την υλοποίηση αυτής της μοναδικής ιδέας, όσο και στον ίδιο τον γλύπτη, κατηγορώντας ότι “έφτιαξε ένα γλυπτό παλιομοδίτικο, που δεν αντιπροσωπεύει τον σύγχρονο Έλληνα μετανάστη και δεν έχει καμία σχέση με την Καναδική κουλτούρα”.
Είναι γεγονός, ότι οι τρεις φιγούρες που συνθέτουν το μνημείο, είναι άγριες, ταλαιπωρημένες, στενάχωρες. Κάθε νοήμων άνθρωπος θα συμφωνήσει, ότι οι φιγούρες του πατέρα, της μάνας και του μικρού κοριτσιού, πολύ σωστά έχουν αυτή την τραχιά όψη. Όταν οι Έλληνες μετανάστες, ξεριζώθηκαν από την πατρίδα, στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, για να βρουν την τύχη τους στη φιλόξενη και ευλογημένη τούτη χώρα, δεν έφτασαν με βαλίτσες Louis Vuitton. Ο μπαμπάς δεν φορούσε κασκόλ Burberry, η μαμά δεν μύριζε Chanel No.5 και ασφαλώς, η μικρή δεν είχε το iPhone 7. Ήταν άνθρωποι φτωχοί, κατατρεγμένοι, που είχαν γνωρίσει την ανέχεια, την πείνα και σε πολλές περιπτώσεις, τον πόλεμο. Δεν ήταν επιλογή τους να έρθουν. Δεν πήραν το πρώτο καράβι, αεροπλάνο, πύραυλο για να πάνε διακοπές. Η ανάγκη της επιβίωσης ήταν αυτή που γιγάντωσε τον ελληνισμό της διασποράς. Αυτούς τους Έλληνες αντιπροσωπεύει το άγαλμα. Στις μορφές αυτών των ανθρώπων, μέσα από εκατοντάδες ιστορικές φωτογραφίες και σκίτσα της εποχής, αναζήτησε ο μετρ Γιώργος Χουλιάρας την πρώτη ύλη, για να φτιάξει το γλυπτό.
Ο Χουλιάρας, όμως, δεν σταμάτησε εκεί. Δεν περιορίστηκε σε ένα μνημείο, που απλώς θα καθρέφτιζε το παρελθόν. Δημιουργικός, έμπειρος, ανήσυχος και τελειομανής, ήθελε το έργο του να είναι και σύγχρονο. Το πέτυχε με την καλαίσθητη, μεταμοντέρνας γραμμής, πύλη, κάτω από την οποία στέκονται οι τρεις φιγούρες. Είναι η πύλη στον νέο κόσμο. Καθαρή, φωτεινή, με καμπύλες και γραμμές, συμβολίζοντας την ελπίδα και την προκοπή στο νέο σπίτι.
Πολλή συζήτηση έγινε και για το κόστος του μνημείου, το οποίο φτάνει τις $80,000. Οι οργανισμοί που συνεργάστηκαν για την υλοποίηση του έργου, πρωτοστατούντος του Λυκείου Ελληνίδων Μοντρεάλ, έκαναν γνωστές, από την αρχή, όλες τις λεπτομέρειες του project, συμπεριλαμβανομένου του προϋπολογισμού. Ξεκαθάρισαν, ότι η υλοποίηση του έργου θα καλυφθεί από χορηγίες. Όποιος ήθελε να μπει χορηγός, έδωσε το ποσό που έπρεπε. Όποιος δεν ήθελε, δεν έδωσε. Ακούγεται απλό. Κι όμως, δεν είναι. Ακούστηκε φωνή να ισχυρίζεται, ότι εκείνη, …η φωνή, θα κατασκεύαζε το μνημείο, δωρεάν. Δεν θα στοίχιζε στους οργανισμούς ούτε ένα cent. Ούτε τώρα στοίχησε, βέβαια. Απεναντίας, υπερκαλύφθηκε το ποσό που είχε τεθεί για τη δημιουργία και εγκατάσταση του γλυπτού. Τα ερωτήματα, όμως, είναι άλλα: Που είναι όλες αυτές οι φωνές, όταν τις χρειάζεσαι; Γιατί εμφανίζονται, πάντα, κατόπιν εορτής; Το μαγαζάκι μου να είναι καλά και δεν μου καίγεται καρφί για σας. Τόσο απλά.